Η Ανεμώνη είναι γένος αγγειόσπερμων φυτών της οικογένειας Ρανουνκουλίδες. Περιλαμβάνει περίπου 120 είδη, τα περισσότερα από τα οποία είναι πολυετή ποώδη φυτά με ριζώματα ή κονδύλους. Απαντώνται κυρίως στο βόρειο ημισφαίριο, σε εύκρατες ζώνες, και συναντώνται σε ποικιλία ενδιαιτημάτων, από ορεινές περιοχές έως θαμνώδεις εκτάσεις και λιβάδια.
Η Ανεμώνη η στεφανωτή (Anemone coronaria) αποτελεί το πιο γνωστό είδος στην Ελλάδα και στην ευρύτερη περιοχή της Μεσογείου. Ανθίζει από τον Ιανουάριο έως τον Απρίλιο, ανάλογα με το υψόμετρο και τις κλιματικές συνθήκες. Τα άνθη της διακρίνονται για τη μεγάλη ποικιλία χρωμάτων, με αποχρώσεις του κόκκινου, μωβ, ροζ, λευκού και μπλε, και φέρουν χαρακτηριστικούς στήμονες στο κέντρο.
Στην ελληνική λαϊκή παράδοση, η ανεμώνη σχετίζεται με τον Άδωνη και τη Αφροδίτη, καθώς σύμφωνα με έναν μύθο, φύτρωσε από το αίμα του Άδωνη. Η σύνδεση αυτή υποδεικνύει και τον συσχετισμό του φυτού με τον κύκλο της ζωής και του θανάτου. Παράλληλα, η ανεμώνη εμφανίζεται σε παραστάσεις αγγείων και ψηφιδωτών κατά την ελληνιστική και ρωμαϊκή εποχή.
Η καλλιέργεια της ανεμώνης έχει αναπτυχθεί σημαντικά σε περιοχές της Ιταλίας, της Ισπανίας και της Ελλάδας, κυρίως για καλλωπιστικούς σκοπούς και για εμπορία κομμένων λουλουδιών. Η παραγωγή περιλαμβάνει τόσο υπαίθρια καλλιέργεια όσο και χρήση θερμοκηπίων, με τεχνικές που σχετίζονται με τον πολλαπλασιασμό με κονδύλους, τον έλεγχο της θερμοκρασίας και την τεχνητή φωτοπερίοδο.
Η παρουσία της ανεμώνης σε διάφορες περιοχές του ελλαδικού χώρου (Κρήτη, Κυκλαδονήσια, Θράκη) την καθιστά σημαντικό στοιχείο της μεσογειακής χλωρίδας.